ΤΡΙΗΜΕΡΟ ΟΠΕΡΑΣ 3, 4, 5 ΑΠΡΙΛΙΟΥ ΣΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ


11079637_858547524183856_8081668821066824663_n

Dido and Aeneas
Μπαρόκ όπερα σε τρεις πράξεις του Henry Purcell
Με την υποστήριξη του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης

Το Opera Studio Skull of Yorick Productions (Στούντιο Λυρικής Τέχνης) ιδρύθηκε τον Σεπτέμβριο του 2013 από την καλλιτεχνική ομάδα Skull of Yorick Productions. Είναι το πρώτο του είδους του στη Θεσσαλονίκη και στα πλαίσιά του ανεβαίνουν οπερατικά έργα με συντελεστές νέους λυρικούς τραγουδιστές. Την προετοιμασία των καλλιτεχνών και την παραγωγή έχουν αναλάβει οι διεθνώς καταξιωμένοι καλλιτέχνες Κασσάνδρα Δημοπούλου και Φίλιππος Μοδινός, ιδρυτές του Opera Studio.
Για την πρώτη σεζόν του 2015 το στούντιο θα παρουσιάσει ολοκληρωμένη την μπαρόκ όπερα του Henry Purcell «Dido and Aeneas» στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, σε συνεργασία με το International Research Laboratory of Performing Arts «AlmaKalma». Η παράσταση είναι πειραματική, ένα work in progress. Κινείται σε όλο τον εκθεσιακό χώρο του μουσείου και είναι διαδραστική.

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΕΣ:
Παρασκευή 3 Απριλίου στις 21:00
Σάββατο 4 Απριλίου στις 18:00
και Κυριακή 5 Απριλίου στις 12:30

Στον εκθεσιακό χώρο του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, Είσοδος Ελεύθερη

Μουσική Διεύθυνση: Φίλιππος Μοδινός
Σκηνοθεσία: Γιάννης Μήτρου
Μουσική προετοιμασία: Κασσάνδρα Δημοπούλου, Φίλιππος Μοδινός.
Σολίστες: Dido: Χριστίνα Μαβίνη, Bellinda: Ιωάννα Κωνσταντοπούλου, Sorceress: Μαρία Καραμούζα, 2nd Woman/ 2nd

Witch: Μαρίσσα Μπίλη, 1st Witch/ Spirit: Ελευθερία Λαγιόκαπα, Aeneas: Ιωάννης Νάκος, Sailor: Δημήτρης Βαλιώτης
Ensemble: Ruth Jennifer Sutton (Witch), Σοφία Στυλιανού (Witch), Ιωάννης Αδαμίδης (Sailor)
Ηθοποιοί: Sebastian Tsifis, Αθανάσιος Μαργούτας, Ιωάννα Σκαντζέλη
Χορεύτρια: Rhiannon Morgan
Μουσικοί: Φίλιππος Μοδινός (Κιθάρα), Κασσάνδρα Δημοπούλου (Τσέλλο), Αθηνά Καραμούζη (Βιόλα), Αλεξάνδρα Αχτσή
(Βιολί), Αλμπινούτσα Μελισσάνθη Ελ Ντακάκ -Κουρκουλάκου (Βιολί)

Madama Butterfly 24 MARCH—11 APRIL 2015 MAIN STAGE


East meets West with devastating effect in Moshe Leiser and Patrice Caurier’s production of Puccini’s poignant opera.

The Story

Cio-Cio-San, the young Japanese bride of dashing American officer Lieutenant Pinkerton, finds her romantic idyll shattered when he deserts her shortly after their marriage. She lives in hope that one day he will return.

Three years later, Cio-Cio-San and her little son see Pinkerton’s ship in the harbour. She excitedly expects his visit – but Pinkerton and his American wife Kate have come only to take the boy away, to raise him in America. Despairing, Cio-Cio-San bids her son farewell and stabs herself.

Background

Giacomo Puccini was entranced by David Belasco’s play Madame Butterfly (based on a popular short story by John Luther Long) when he saw it in London in 1900. Harnessing the talents of librettists Luigi Illica and Giuseppe Giacosa (with whom Puccini had created La bohème and Tosca), he adapted Cio-Cio-San’s tragic tale for the operatic stage. Although the premiere at La Scala, Milan, in 1904 was poorly received, that same year Puccini revised and restaged the opera in Brescia, to great acclaim. Madama Butterfly became a hugely popular opera with performers and audiences alike, and remains one of Puccini’s most performed works.

The romantic exoticism of 19th-century European images of Japan inspired Moshe Leiser and Patrice Caurier’s production with its elegant oriental sets and costumes. Puccini drew on Japanese folk melodies for the score, one of his most evocative and atmospheric. In Act I, Cio-Cio-San expresses her radiant happiness in ‘Ancora un passo’, and the two lovers rapturously declare their love for each other in the passionate duet ‘Viene la sera’. In Act II the mood becomes more pensive, as in ‘Un bel di vedremo’ Cio-Cio-San longs for the ‘fine day’ when her husband, Pinkerton, will return to her.

Θεόδωρος Κουρεντζής: Οι Ελληνες είμαστε, δυστυχώς, σνομπ


Ο πολυσυζητημένος μαέστρος επιστρέφει στην Αθήνα και μιλά για τη σχέση του με την Ελλάδα και τους μουσικούς, για το ενδεχόμενο μιας πιο σταθερής συνεργασίας, αλλά και για το πώς αντιλαμβάνεται την κρίση

016E397FF8EAF82E60F936AE7D74BB31

Το τηλεφώνημά μου τον βρήκε στο Περμ, στα Ουράλια, όπου τα τελευταία χρόνια κατέχει τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή της Κρατικής Οπερας και του Μπαλέτου της πόλης αλλά και του Φεστιβάλ Ντιάγκιλεφ. Κόντευε δέκα το βράδυ εκεί – τρεις ώρες «μπροστά» από την Αθήνα – και ο Θεόδωρος Κουρεντζής βρισκόταν στον δρόμο προς το σπίτι του. Η κουβέντα μας, εν όψει των επικείμενων νέων εμφανίσεών του στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με το σύνολο MusicAeterna, δεν ήταν χωρίς εμπόδια: η γραμμή «έπεσε» κάμποσες φορές. Παρ’ όλα αυτά, καταφέραμε να μιλήσουμε για πολλά: για τη σχέση του με την Ελλάδα και τους «δικούς μας» μουσικούς, για το ενδεχόμενο μιας πιο σταθερής συνεργασίας στη χώρα μας, για το πώς αντιλαμβάνεται την κρίση. Λίγο προτού κλείσουμε τον ρώτησα αν θέτει στόχους στη διαδρομή του, μια που, όπως μου είπε, η λέξη καριέρα δεν του αρέσει.«Θέλω να γίνω καλός άνθρωπος» απάντησε συνοψίζοντας σε αυτή τη φράση ολόκληρο τον συλλογισμό του και κάπου εκεί χαιρετηθήκαμε.
Στα 43 του χρόνια σήμερα ο αρχιμουσικός, ο οποίος έχοντας ως βάση τη Ρωσία συνεργάζεται με κορυφαία σύνολα και θέατρα ανά τον κόσμο, απασχολεί έντονα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Κατά καιρούς τον έχουν χαρακτηρίσει υπερταλαντούχο, εικονοκλάστη, αντισυμβατικό. Ο ίδιος λέει ότι πλέον δεν διαβάζει κριτικές. «Προσωπικά, θα έλεγα πως είμαι θετικός ακροατής. Θεωρώ ότι μπορείς να βρεις ωραία πράγματα ακόμη και σε μια κακή εκτέλεση» λέει και συνεχίζει: «Από την άλλη πλευρά, αν έκανα ο ίδιος κριτική σε μια δική μου ερμηνεία, θα μπορούσα να επισημάνω τόσα μείον όσα δεν θα μπορούσε να εντοπίσει κανένας. Και στις ηχογραφήσεις είμαι πολύ δύσκολος. Με τα έργα των άλλων χαλαρώνω και θέλω να απολαύσω τη μουσική, να μην αποσπώμαι από τα προβλήματα της ερμηνείας. Θέλω να μπορέσω να λάβω το καθαρό νόημα. Γι’ αυτό όταν βλέπω ανθρώπους που δεν ξέρουν ένα κομμάτι πολύ καλά και κρίνουν βάσει διαφόρων ακροάσεων, δεν με πείθει. Ακόμη κι αν γράφουν καλά πράγματα για εμένα δεν θα ήθελα να τα διαβάσω».
Ο αρχιμουσικός θεωρεί ότι το μέλλον της τέχνης του είναι να βοηθηθούν οι άνθρωποι να ακούσουν καλά τη μουσική. «Αναφέρομαι στην άμεση μετάφραση του ήχου σε εικόνα, δυνατότητα την οποία έχουν οι Ελληνες. Ο ήχος μεταφράζεται σε οσμή, σε ανέσπερο φως, σε κλίμα». Μέσα από αυτό το πρίσμα θεωρεί το ελληνικό κοινό καταπληκτικό. «Εχει όχι μόνο την εικόνα αλλά και τη συναίσθηση» λέει και συνεχίζει: «Υπάρχουν πράγματα ακατανόητα για άλλους λαούς αλλά μέσα στην αρρητότητά τους είναι πολύ συγκεκριμένα για τους Ελληνες. Ο λαός μας έχει στην καθημερινότητά του υπερρεαλιστικές εκφράσεις και εικόνες οι οποίες έχουν γίνει ένα με το ίδιο το είναι του. Η μετάφραση του ήχου σε σκέψη και σε όραμα εμπεριέχεται στον «μηχανισμό» της εθνικότητας».
Συγκρίνοντας τις παραστάσεις που διαθέτει ο ίδιος από χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, θεωρεί πως στην Ελλάδα υπάρχει ευδιάκριτη διαφοροποίηση. Σε ορισμένα πράγματα, λέει, ο Ελληνας είναι πιο λεπτεπίλεπτος, πιο εσωστρεφής, εμβαθύνει περισσότερο. Από την άλλη πλευρά είναι και πιο σνομπ. «Οι Ελληνες είμαστε δυστυχώς σνομπ απέναντι στους συνανθρώπους μας» εκτιμά. «Αν ρίξουμε μια ματιά στην πορεία καλλιτεχνών οι οποίοι έζησαν στην Ελλάδα, σπάνια καταξιώθηκαν όσο βρίσκονταν ακόμη εν ζωή. Υπάρχει υπεροψία, λόμπι, σνομπισμός. Και για εμένα τον ίδιο πιστεύω, ότι δεν θα είχα καταφέρει να καταξιωθώ αν είχα μείνει στην Ελλάδα. Δεν είναι σημερινή κατάσταση αυτή βέβαια. Δείτε τον Σκαλκώτα, τον Μητρόπουλο. Ολα αυτά  χωρίς να παραγνωρίζω, ασφαλώς, τα πολλά καλά που έχουμε ως λαός».
Ο Θεόδωρος Κουρεντζής μιλά και για την κατάσταση που βιώνουμε. Θεωρεί πως αν ρίξουμε μια ματιά στην Ιστορία και τα φαινόμενα που επαναλαμβάνονται, τότε θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι διερχόμαστε μια δύσκολη φάση. «Αναφέρομαι γενικότερα σε ολόκληρο τον πλανήτη γιατί εκτός από Ελληνες είμαστε και κομμάτι του κόσμου. Ισως όμως όταν ρίχνεις μια μεγάλη βουτιά στην άβυσσο, στη συνέχεια εκτινάσσεσαι προς τα πάνω». Και σε ό,τι έχει να κάνει με τα καθ’ ημάς; «Επειδή δεν είμαι υποστηρικτής πολιτικών κομμάτων, αισθάνομαι κάτι όμορφο: την εντύπωση ότι οι Ελληνες προσπαθούν να κάνουν ποιοτική αντίσταση, ανεβαίνει λίγο το ηθικό. Μου αρέσει πολύ αυτό. Μπορεί και αυτή η κρίση να μας βγει σε καλό, σαν μια δεύτερη αναπνοή, που μπορεί να ωφελήσει και την τέχνη. Το μαχαίρι έφτασε στο κόκαλο και ο κόσμος δείχνει ότι αρχίζει και αφυπνίζεται. Ολα αυτά βέβαια σύμφωνα με την αίσθηση που έχω εγώ, με δεδομένο ότι έχω να έρθω στην Ελλάδα από τον Οκτώβριο. Για εμένα το πρόβλημα δεν είναι μόνο οικονομικό, είναι γενικότερο. Ο αφυπνισμένος Ελληνας μπορεί να αντεπεξέλθει στα πάντα, και στις οικονομικές δυσκολίες».
«Στην εποχή που ζούμε όλα γίνονται»
Τα τελευταία χρόνια ο Θεόδωρος Κουρεντζής εμφανίζεται στην Αθήνα αρκετά συχνά, τόσο στο Μέγαρο όσο και στο Φεστιβάλ. «Η Αθήνα είναι η πόλη μου και για εμένα έχει μεγάλη σημασία να εμφανίζομαι εκεί» λέει από την άλλη άκρη της γραμμής. Η επαφή του με τη χώρα μας είναι ιδιαίτερη, συνεχίζει, αλλά με «δόσεις». Ερχεται το καλοκαίρι για να δει τους δικούς του και να κάνει διακοπές, ενώ πολλές φορές, αν βρεθεί κάποιο κενό τριών-τεσσάρων ημερών στο πρόγραμμά του, επισκέπτεται επίσης τη χώρα μας. Και το Πάσχα πηγαίνει στο Αγιον Ορος. Θεωρεί πολύ καλούς τους έλληνες μουσικούς. «Η κρίση επέδρασε πατριωτικά σε όλους τους καλλιτέχνες. Δεν έχουν πτοηθεί, ελπίζουν, κάνουν όνειρα».
Ο ίδιος θα ήταν διατεθειμένος να εργαστεί σε πιο σταθερή βάση στην Ελλάδα; Το θεωρεί πολύ δύσκολο. «Για να κάνω κάτι και να φανώ χρήσιμος πρέπει να γίνουν πολλές αλλαγές»λέει και συνεχίζει: «Πρέπει να βρεθούν άνθρωποι που δεν θα υπολογίζουν πολιτικό κόστος και θα πιστεύουν σε μια πρόοδο από την οποία θα μπορούσαν να επωφεληθούν και οι επόμενες γενιές, όχι απλά σε μια έξαρση. Βέβαια, υπάρχει το ρίσκο να μην πετύχει διαδικαστικά κάτι τέτοιο. Αυτή τη στιγμή αρνούμαι πολλές προτάσεις από σημαντικά ευρωπαϊκά σύνολα γιατί είμαι σε φάση που θέλω να κάνω ό,τι πιστεύει η καρδιά μου. Δεν κάνω συμβιβασμούς. Αν γινόταν μια πραγματική προσπάθεια, με υψηλές προδιαγραφές, με διεθνείς διαγωνισμούς ίσως συνέβαινε κάτι. Πρέπει όμως να το δει κανείς όχι με αντιζηλία αλλά με προσδοκία για κάτι σημαντικό. Νομίζω όμως ότι είναι κάπως ιδεαλιστικά όλα αυτά για την ελληνική πραγματικότητα. Από την άλλη, στην εποχή που ζούμε όλα γίνονται. Δεν είμαι τόσο απαισιόδοξος. Η κρίση με έχει κάνει αισιόδοξο. Δεν την έχω βιώσει, βέβαια, με τον τρόπο που τη βιώνει ένας άνεργος και γι’ αυτό θέλω να ζητήσω συγγνώμη. Οποιος είναι έξω απ’ τον χορό πολλά  τραγούδια λέει. Ιστορικά ξέρουμε όμως ότι ο ελληνισμός όταν βρίσκεται υπό πίεση, υπό διωγμό, αρχίζει και αφυπνίζεται».

Ο Θεόδωρος Κουρεντζής διευθύνει το σύνολο MusicAeterna στις 17 και 18 Μαρτίου (στις 20.30) στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Το πρόγραμμα της πρώτης βραδιάς έχει τίτλο «Rameau Gala» και περιλαμβάνει αποκλειστικά έργα του Ραμό (σολίστ η υψίφωνος Ναντίν Κούτσερ). Την επομένη το πρόγραμμα περιλαμβάνει τη μουσική για το μπαλέτο του Προκόφιεφ «Ρωμαίος και Ιουλιέτα»

πηγή: το Βήμα

Τουλάτου Ισμα Μ.

17&18 MusicAeterna – Θεόδωρος Κουρεντζής στο Μέγαρο


MusicAeterna -Θεόδωρος Κουρεντζής
17&18 ΜΑΡΤΙΟΥ 2015/20:30
ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΡΧΗΣΤΡΕΣ

Τον έχουν χαρακτηρίσει «εκκεντρικό, υπέρ-ταλαντούχο μαέστρο». Εκείνο που ίσως εντυπωσιάζει περισσότερο στον Θεόδωρο Κουρεντζή είναι ότι παθιάζεται εξίσου με τον Μάλερ όσο και με τον Μότσαρτ, με τον Ραμώ όσο και με τον Στραβίνσκι. Στις δύο συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών ο έλληνας μαέστρος διευθύνει τη MusicAeterna σε έργα Ραμώ και Προκόφιεφ (Ρωμαίος και Ιουλιέττα).
Η MusicAeterna, το μουσικό σύνολο που ο ίδιος ίδρυσε, απαρτίζεται από εξαιρετικούς σολίστ και φημίζεται για τις ερμηνείες της σε ένα ρεπερτόριο που εκτείνεται από την παλιά μουσική ως τον 21ο αιώνα.

17 Μαρτίου
– Rameau Gala
Nadine Koutcher σοπράνο

«Το πιο εκπληκτικό φαινόμενο στη ζωή είναι το φως. Μας δίνει ανάσα, ζωή και έρωτα. Πώς θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε σε κάποιον που δεν έχει δει ποτέ τον ήλιο τι είναι φως; Εγώ θα του έπαιζα μουσική του Ραμώ…»
Θεόδωρος Κουρεντζής

18 Μαρτίου

– Σεργκέι Προκόφιεφ
Ρωμαίος και Ιουλιέττα, έργο 64 (η πλήρης μουσική του μπαλέτου)

Η αριστουργηματική μουσική του Σεργκέι Προκόφιεφ για το μπαλέτο Ρωμαίος και Ιουλιέττα,
με το ερμηνευτικό πάθος ενός έλληνα μαέστρου που έχει κάνει δεύτερη πατρίδα του τη Ρωσία.

MusicAeterna
Μουσική διεύθυνση: Θεόδωρος Κουρεντζής

MusicAeterna Θεόδωρος Κουρεντζής 17,18 ΜΑΡΤΙΟΥ 2015 / 20:30


kourentzispage

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΡΧΗΣΤΡΕΣ

Τον έχουν χαρακτηρίσει «εκκεντρικό, υπέρ-ταλαντούχο μαέστρο». Εκείνο που ίσως εντυπωσιάζει περισσότερο στον Θεόδωρο Κουρεντζή είναι ότι παθιάζεται εξίσου με τον Μάλερ όσο και με τον Μότσαρτ, με τον Ραμώ όσο και με τον Στραβίνσκι. Στις δύο συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών ο έλληνας μαέστρος διευθύνει τη MusicAeterna σε έργα Ραμώ και Προκόφιεφ (Ρωμαίος και Ιουλιέττα).
Η MusicAeterna, το μουσικό σύνολο που ο ίδιος ίδρυσε, απαρτίζεται από εξαιρετικούς σολίστ και φημίζεται για τις ερμηνείες της σε ένα ρεπερτόριο που εκτείνεται από την παλιά μουσική ως τον 21ο αιώνα.

– Rameau Gala

Nadine Koutcher σοπράνο

MusicAeterna
Μουσική διεύθυνση: Θεόδωρος Κουρεντζής

Δείτε το πρόγραμμα της συναυλίας της 18ης Μαρτίου

«Το πιο εκπληκτικό φαινόμενο στη ζωή είναι το φως. Μας δίνει ανάσα, ζωή και έρωτα. Πώς θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε σε κάποιον που δεν έχει δει ποτέ τον ήλιο τι είναι φως; Εγώ θα του έπαιζα μουσική του Ραμώ…»
Θεόδωρος Κουρεντζής

ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ